ηωάνθρωπος

ηωάνθρωπος
ο
παλαιοζωικό γένος προϊστορικών ανθρώπων.
[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. νεολατ. eanthropus (< *eoanthropus) < eo- (πρβλ. ηώς) + -anthropus (πρβλ. άνθρωπος)].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • Πιλτντάουν, άνθρωπος του- — Πλαστό απολίθωμα ανθρώπου, η ανακάλυψη του οποίου αποτελεί μια από τις μεγαλύτερες απάτες στην ιστορία της επιστήμης. Στις 18 Δεκεμβρίου του 1912, ο γεωλόγος Κ. Ντόσον και ο παλαιοντολόγος Σ. Γούντγουορντ παρουσίασαν στη Γεωλογική Εταιρεία του… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”